T’
άφησε η θάλασσα στο ακρογιάλι σχεδόν σιωπηρά,
ένα μουρμούρισμα ίσα που ακούστηκε.
Σ’ αμμούδα επάνω τ' άψυχο κεφάλι του έγειρε,
δεν ήταν σπασμός , ο παφλασμός του κύματος ξεγελά.
Ψευδαίσθηση εικόνας ζωής χαρίζει στη σάρκα,
μπλε κοντό παντελόνι και κόκκινη μπλούζα ,
απ’ την αγκαλιά της μάνας του θεριό της φύσης ή ανθρώπινο να
τ’ άρπαξε;
Ο παπά Στρατής δεν ζει πια στη Μυτιλήνη ,
ο άνθρωπος του Θεού έφυγε για να Τον βρει.
Κατατρεγμένα παιδιά σε ξένα νερά το ταξίδι κρύβει θάνατο,
τα πελάγη μας έγιναν κανίβαλοι που τρέφονται με σάρκα
τρυφερή .
Οι άνθρωποι στην απέναντι στεριά μπροστά σε μια οθόνη ένα
άλλο είδος κανιβάλου,
νέο, με συνθετικό μπροστά, ένα νέος πολιτισμός,
τηλεκανιβαλισμός.
Και μεις αλλάξαμε πλευρό, ενοχλημένοι από την απονιά του
κόσμου
δεμένοι με χρυσά φύκια στα άλμπουρα της ξύλινης ψυχής μας.
Κούφια λόγια τυλιγμένα στην ανέμη του πόνου των λαών
όπου οι δυνατοί πουλάνε τον θάνατο για να ζήσουν τα παιδιά
τους.
Καληνύχτα όνειρα πλασμένα από άμμο και χαρτί,
τυλιγμένα με διάφανο πατριωτισμό και εθνικοφροσύνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου